< Προηγοýμενη
<< ¢ρθρα (κεντρικÞ)

 

 

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΡΗΓΑ ΦΕΡΑΙΟΥ

 



"Ως πüτε παλικÜρια, θα ζοýμε στα στενÜ,
μονÜχοι σα λιοντÜρια, στις ρÜχες στα βουνÜ;
ΣπηλιÝς να κατοικοýμε, να βλÝπουμε κλαδιÜ,
να φεýγωμ' απ' τον κüσμον, για την πικρÞ σκλαβιÜ;"

Εßναι η πρþτη φορÜ που βλÝπω τον «Θοýριο» του ΡÞγα απü τüσο κοντÜ. Κι üσο πλησιÜζω και εμβαθýνω στα λüγια του ΒελεστινλÞ, τüσο διαπιστþνω την οικουμενικüτητα του εμβατηρßου του, αλλÜ και την απßστευτη επικαιρüτητα που κρýβουν οι λÝξεις «στενÜ», «βουνÜ», «μονÜχοι», «σπηλιÝς», με τις οποßες αρχßζει να προσκαλεß τον κüσμο να συνδρÜμει στον απελευθερωτικü αγþνα.
ΑπλÜ λüγια, χωρßς ποιητικÝς Üδειες και φιδßσιους συλλογισμοýς, απλÜ, γιατß δεν μιλÜει ο ßδιος, μα η αλÞθεια. Κι üταν συμβεß αυτü, τüτε δεν Ýχεις και πολλÜ να πεις και πολý περισσüτερο, δεν Ýχεις διüλου να σκεφτεßς. Δεν σκÝφτεται ο ΡÞγας üταν μιλÜει, δεν χρειÜζεται να σκεφτεß. Κι üταν δεν σκÝφτεσαι, εýκολα μπορεß να χαρακτηριστεßς απü τους ανüητους, πως εßσαι παρÜφρων. Και ποιος σας εßπε πως η επανÜσταση του 1821 Þταν λογικü εγχεßρημα; ¹ταν η παραφροσýνη ενüς τσοýρμου παλικαριþν, ο παραγκωνισμüς της λογικÞς εμπρüς στο ασÞκωτο φορτßο ενüς δυνÜστη. Μα κÜπως Ýτσι δε συμβαßνει σχεδüν πÜντα με τις επαναστÜσεις Þ με τις αντιστÜσεις Þ με τις αντιδρÜσεις; Ο ΡÞγας το κατανοεß, αποδÝχεται τη φυσικÞ ενÝργεια που ακολουθεß μια δρÜση - η δρÜση ενüς ζυγοý, ενüς δυνÜστη -, γνωρßζει πως πßσω απü την δρÜση υπÜρχει η αντßδραση, πρÝπει να υπÜρχει η αντßδραση, το ξÝρει, αυτü κÜνει, ανακαλεß την αντßδραση, ξυπνÜ την κοιμισμÝνη φýση του κüσμου και λÝει «Ε, δεν μπορεß να συμβαßνει αυτü! Ποý εßναι η αντßδρασÞ σου κüσμε; Γιατß σιωπÜς; Ξýπνα!». Ξýπνα, üχι επειδÞ σου το λÝω εγþ, αλλÜ γιατß σου το επιβÜλλει η φýση. Ως πüτε θα την αγνοεßς, ως πüτε θα ζεις μÝσα στις σπηλιÝς σου;
«Ως πüτε;» ρωτÜει ο ΡÞγας, «ως πüτε;», ουδεßς γνωρßζει την απÜντηση, αλλÜ η απÜντηση βρßσκεται στον καθÝνα. ΚÜθε στιγμÞ για τον ΒελεστινλÞ εßναι η απÜντηση, «τþρα» εßναι η απÜντηση, «κÜθε στιγμÞ» εßναι η απÜντηση. Ο Φεραßος βλÝπει τα «στενÜ», βλÝπει τη «μοναξιÜ», βλÝπει την «σπηλιÜ». Μα αυτÜ που βλÝπει, δεν τα βλÝπει επειδÞ υπÜρχουν μüνο τριγýρω του, αλλÜ επειδÞ υπÜρχουν και μÝσα του, μÝσα στον καθÝνα. Και στην θωριÜ τους, γßνεται ο ßδιος λιοντÜρι που βρυχÜται.
Ο Φεραßος εßναι πρþτ’ απü üλα, Ýνας Üνθρωπος που γνωρßζει καλÜ τον εαυτü του. Δεν εßναι πατριþτης, εßναι Ýνας οργισμÝνος, δεν εßναι επαναστÜτης, εßναι Ýνας απελπισμÝνος, που αγωνιÜ και λυπÜται με την «ωραßα κοιμωμÝνη» των ψευτονταÞδων και των φιλολüγων. Κι üμως, γρÜφει τον «Θοýριο» üντας ο ßδιος νταÞς και λüγιος μαζß. Αυτü εßναι το θαýμα του ΡÞγα. Ο λüγος που χρησιμοποιεß εßναι ωμüς, γιατß εßναι ωμÝς οι σφαγÝς του τυρÜννου. Πως αλλιþς θα μποροýσε να Þταν; Δεν εßναι ποιητÞς ο ΡÞγας, δεν εßναι λüγιος. ¼χι, εßναι αληθινüς. Και επειδÞ εßναι αληθινüς, εßναι και ποιητÞς, εßναι και λüγιος. Αυτü εßναι το θαýμα του.
Ο Φεραßος προχωρεß, προσκαλεß και μιλÜ για λευτεριÜ. Ο ΡÞγας δεν βλÝπει την ελευθερßα σαν πεδßο ασυδοσßας. Το üτι εßναι κανεßς ελεýθερος, δε σημαßνει πως μπορεß να κÜνει ü,τι γουστÜρει. Το κατανοεß ο ΡÞγας αυτü, γι’ αυτü λÝει : «Οι νüμοι να 'ν' ο πρþτος, και μüνος οδηγüς, και της πατρßδος Ýνας, να γÝνει αρχηγüς. Γιατß κι η αναρχßα, ομοιÜζει την σκλαβιÜ, να ζοýμε σαν θηρßα, εßν' πιο σκληρÞ φωτιÜ.». Η αναρχßα, λÝει, μοιÜζει με την σκλαβιÜ. Το να ζεις χωρßς νüμους, χωρßς αρχÝς, Üναρχα, χωρßς νομοθÝτες, συμβοýλους σþφρονες, δασκÜλους, χωρßς παιδεßα, χωρßς ηθικοýς φραγμοýς, χωρßς üριο, χωρßς μÝτρο εßναι πιο σκληρÞ φωτιÜ. Γιατß τüτε εßσαι σκλαβωμÝνος στην αναρχßα, εßσαι σκλαβωμÝνος στα Üκρα και τα Üκρα εßναι επικßνδυνα. ΠÜντα εßναι επικßνδυνα. Πολλοß μιλοýν για ελευθερßα, μα ποια εßναι η δικÞ τους ελευθερßα; Η ασυδοσßα, η λογικÞ του «εßμαι ελεýθερος, μπορþ να κÜνω, να λÝω ü,τι θÝλω». ΚÜθε μÝρα τους βλÝπω, τους βλÝπετε κι εσεßς, Üμετρη λογικÞ, αυτü θα Ýλεγα για δαýτους. ¢μετρη και ασýμμετρη παραφροσýνη. Η ελευθερßα üμως Ýχει μÝτρο, Ýχει κι αυτÞ τους νüμους της, τις αρχÝς της, μοιÜζει με τη φýση, γιατß μπορεßς να εκφραστεßς μÝσα απü αυτÞν, δεν μπορεßς üμως να τη βιÜζεις και να την παραβιÜζεις. Γιατß ο Σολωμüς βλÝπει την ελευθερßα να κρατÜ κοφτερü μαχαßρι; Αν η ελευθερßα εßχε το νüημα που δßνουν σÞμερα οι περισσüτεροι, μÜλλον δε θα ομοßαζε με την αιθÝρια μορφÞ γυναßκας που δßνει ο Σολωμüς, μα θα εßχε ανοιχτÝς τις αγκÜλες της. Το γÝνος της ελευθερßας, οýτε κι αυτü εßναι τυχαßο.
Ο Φεραßος κατανοεß απüλυτα την ελευθερßα, γι’ αυτü μεγαλουργεß. Ο ζυγüς του δεν εßναι Τοýρκικος, δεν εßναι εθνικιστικüς. Δεν πολεμÜ τους Τοýρκους ο ΡÞγας, οι Τοýρκοι εßναι μια ατυχÞς συγκυρßα που βρßσκεται εμπρüς του. Ο Φεραßος πολεμÜ τον δυνÜστη, εßτε λÝγεται Τοýρκος, εßτε Γερμανüς, εßτε Βοýλγαρος, εßτε, εßτε, εßτε... üλα τ’ Üστρα τ’ ουρανοý «εßτε». Το εμβατÞριο απευθýνεται σε οποιαδÞποτε μορφÞ ζυγοý, θα μποροýσε να σταθεß με τις ßδιες αξιþσεις σε οποιαδÞποτε μορφÞ χοýντας, κατοχÞς, τυραννßας. Δεν εßναι εθνικιστÞς, εßναι ελεýθερος και παρÜλογος. Γιατß η ελευθερßα δεν εντÜσσεται στα πλαßσια της λογικÞς, δεν εßναι τακτοποιημÝνη, δεν Ýχει λογικÞ η ελευθερßα, δεν καλλωπßζεται, γιατß μοιÜζει με τη φýση, με την ßδια τη ζωÞ. ΠροσπÜθησε να φτιÜξεις Ýναν ορισμü της ελευθερßας, πÜντα κÜτι θα διαφεýγει απü τη χαραμÜδα των λÝξεων σου. ΠροσπÜθησε να δαμÜσεις, να περιορßσεις την ελευθερßα, να επιβληθεßς στην ελευθερßα και τüτε θα δεις üχι Ýναν, αλλÜ μυριÜδες üμοιους του ΒελεστινλÞ να ζητοýν το κεφÜλι σου επß πινÜκιο. ΠροσπÜθησε να εκλογικεýσεις την ελευθερßα, Üδικα, δεν μπορεßς, δεν φτÜνει η λογικÞ σου, üχι γιατß εßναι λßγη, αλλÜ γιατß η ελευθερßα δεν ανÞκει στα πρÜγματα που μπορεßς, χρησιμοποιþντας τη λογικÞ, να τα ερμηνεýσεις. ΘÝλει καρδιÜ, ψυχÞ, αßσθημα, θÝλει ανδρεßα η ελευθερßα, «θÝλει τüλμη και αρετÞ», üπως Ýλεγε κÜποιος, να τι θÝλει, üχι λογικÞ !
Στα πλαßσια τοýτης της ελευθερßας, ο Φεραßος προχωρεß ακüμη περισσüτερο στα λüγια του και μιλÜει για το δικαßωμα του καθενüς στην πßστη του. ΛÝει χαρακτηριστικÜ : «Στην πßστη του ο καθÝνας, ελεýθερος να ζει», και τοýτο εßναι το νüημα αυτÞς της φρÜσης. Δεν βλÝπει τους Τοýρκους ως «Üπιστους», παρ’ üλο που αυτοß, αυτü βλÝπουν για εκεßνον. Ακüμη και τþρα, ακüμη και τοýτη την στιγμÞ που γρÜφω, αν ρþταγες, αυτü θα σου απαντοýσαν. Διüλου δε διαφωνþ με τον Üνθρωπο που υπερασπßζεται την πßστη του, μα, δεν του δßνω το δικαßωμα να αποκαλεß εμÝνα «Üπιστο», κι εγþ κι αυτüς εßμαστε πιστοß. ¼λοι εßμαστε πιστοß. Δεν υπÜρχει Üπιστος. ¼λοι πιστεýουμε. Αυτοß που θεωροýν τους εαυτοýς τους «Üθεους», κοροúδεýουν τη φýση τους, κοροúδεýουν τη ζωÞ τους, και τοýτοι εßναι αυτοß για τους οποßους η ελευθερßα που νομßζουν πως κρýβει η λÝξη «Üθεος», γßνεται σκληρÞ φωτιÜ και μοιÜζει με σκλαβιÜ. Αν αποκαλεßς τον εαυτü σου «Üθεο», εßναι σα να τον αποκαλεßς «Üπιστο» και τüτε δεν εßσαι ελεýθερος üπως νομßζεις, αλλÜ Üναρχος, αφýσικος, Üμετρος, και δεßτε(!), οι Üνθρωποι αποκαλοýν τον θεü «Üναρχο», μα εσý εßσαι «Üθεος»!!! Το παρÜλογο σε üλο του το μεγαλεßο...
Ο ΡÞγας ζητÜ βοÞθεια. Κατανοεß την αδυναμßα του, κατανοεß πως τοýτο το εγχεßρημα - η επανÜσταση ενüς ολüκληρου λαοý - δεν εßναι μüνο για τις δικÝς του τις πλÜτες. ΘÝλει χÝρια η ελευθερßα, «θÝλει δουλειÜ πολý», üπως λÝει κÜποιος, θÝλει εργÜτες, μüχθο, συλλογικüτητα, ομüνοια, σýμπνοια, κοινüτητα, κοινÞ ενüτητα δηλ., θÝλει κοινü πνεýμα, κοινÞ αποδοχÞ, üχι του λüγου του ενüς προσþπου, αλλÜ του μοναδικοý λüγου, του καθολικÜ αποδεχτοý, του λüγου της αλÞθειας που να(!) - ο Φεραßος εßναι τρανü παρÜδειγμα - μπορεß να παρουσιαστεß απü Ýναν Üνθρωπο. ΘÝλει πßστη. ΘÝλει Θεü. Για ποιους «Üπιστους» μιλÜτε; Για ποιους «Üθεους»; Για τον ΡÞγα, η ελευθερßα εßναι ο Θεüς του.
Ο Φεραßος προσκαλεß ακüμη και τον απüδημο ελληνισμü. ΛÝει : «¼σοι απ' την τυραννßαν, πÞγαν στην ξενητιÜ, στον τüπον του καθ' Ýνας, ας Ýλθη τþρα πιÜ. Και üσοι του πολεμου, την τÝχνην αγροικοýν, Εδþ ας τρÝξουν üλοι, τυρρÜνους να νικοýν». Και üχι μüνο. Καλεß και üσους γνωρßζουν να πολεμοýν, üλους τους πολεμιστÝς, γιατß εßναι σωστü να πολεμÜς για την ελευθερßα, αφοý εßναι σα να πολεμÜς για τη ζωÞ, εßσαι μαχητÞς για τη ζωÞ, δεν παραδßνεσαι, δεν υποκýπτεις, δεν σκýβεις ποτÝ το κεφÜλι σου, εßσαι πολεμιστÞς. Ναι, μου μοιÜζει καλüς αυτüς ο λüγος να πολεμÜς κι üσοι πüλεμοι, ναι, γι’ αυτü θαρρþ πως πρÝπει να γßνονται. Μα εßναι Ýνας üμως τοýτος ο πüλεμος, ο πüλεμος για την ζωÞ, να πολεμÜς να ζεις, να εßσαι ελεýθερος, γιατß αν πολεμÜς ΤΗ ζωÞ και üχι ΓΙΑ ΤΗ ζωÞ, αν πολεμÜς ΤΗΝ ελευθερßα και üχι ΓΙΑ ΤΗΝ ελευθερßα, δεν κατÝχεις την τÝχνη του πολεμιστÞ, μα την τεχνικÞ του λαγοý.
Ως πüτε λοιπüν, θα ζεις σε σπηλιÝς;
Deva Parinito
***
Aν θÝλετε να παρακολουθÞσετε σχετικÝς συζητÞσεις στην ΑγορÜ μας, χρησιμοποιÞστε το σýνδεσμο εδþ.
(Για να δημοσιεýσετε σχüλιü σας, θα πρÝπει να εγγραφεßτε.)

  

  < Προηγοýμενη
<< ¢ρθρα (κεντρικÞ)